Ανεύρυσμα
Αορτής
Το ανεύρυσμα αορτής είναι μια επικίνδυνη και δυνητικά απειλητική για τη ζωή πάθηση που ωστόσο μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά, ιδιαίτερα εφόσον η διάγνωσή του γίνει έγκαιρα.
Ανάλογα με το μέγεθος που έχει έκαστο ανεύρυσμα και το ρυθμό ανάπτυξής του, η αντιμετώπισή του μπορεί να κυμανθεί από τακτικούς επανελέγχους έως επείγουσα ανοιχτή χειρουργική ή ενδαγγειακή αποκατάσταση.

Τι είναι το ανεύρυσμα αορτής;
Η αορτή είναι η κύρια αρτηρία του σώματος, η οποία ξεκινά από την καρδιά, περνά μέσα από το θώρακα και την περιοχή της κοιλιάς για να διακλαδιστεί σε σημαντικά αγγεία των σπλάχνων και στη συνέχεια στις λαγόνιες αρτηρίες μεταφέροντας αίμα στην πύελο και τα κάτω άκρα.
Το ανεύρυσμα εμφανίζεται όταν το τοίχωμα της αρτηρίας εξασθενεί σε κάποιο σημείο του, με συνέπεια τη διόγκωση ή ανώμαλη διαστολή του. Ο κίνδυνος από το ανεύρυσμα είναι η ρήξη του τοιχώματος της αορτής με συνέπεια ακατάσχετη αιμορραγία που μπορεί να είναι απειλητική για τη ζωή.
Υπάρχουν δυο βασικοί τύποι ανευρυσμάτων αορτής ανάλογα με το σημείο πάνω στη μεγάλη αυτή αρτηρία που η εμφανίζεται διάταση του τοιχώματος.
Το ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής είναι ο πλέον κοινός τύπος και αναπτύσσεται στο τμήμα εκείνο της αορτής που διατρέχει την κοιλιά και βρίσκεται κάτω από τις νεφρικές αρτηρίες. Τα ανευρύσματα κοιλιακής αορτής είναι πιο συχνά στους άνδρες και σε άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω.
Λιγότερο συχνό είναι το ανεύρυσμα θωρακικής αορτής, το οποίο εμφανίζεται στο τμήμα της αρτηρίας που διατρέχει το θώρακα. Ο κίνδυνος εμφάνισης ανευρύσματος θωρακικής αορτής γίνεται μεγαλύτερος όσο αυξάνεται η ηλικία.
Ένας ασθενής μπορεί να έχει ανευρύσματα τόσο κοιλιακής όσο και θωρακικής αορτής ταυτόχρονα (θωρακοκοιλιακά ανευρύσματα).
Πως εμφανίζονται τα πρώτα συμπτώματα;
Στις περισσότερες περιπτώσεις τα ανευρύσματα της αορτής δεν δίνουν συμπτώματα με αποτέλεσμα οι ασθενείς να αγνοούν την πάθησή τους και τον κίνδυνο που διατρέχουν από αυτή.
Ενίοτε, ένα ανεύρυσμα μπορεί να ανιχνευθεί τυχαία κατά τη διάρκεια απεικονιστικών εξετάσεων για κάποια άσχετη αιτία. Όμως, συνήθως περνούν απαρατήρητα μέχρι τη στιγμή που θα προκληθεί ρήξη στο τοίχωμα της αορτής. Για το λόγο συνίσταται ο προληπτικός έλεγχος με τρίπλεξ κοιλιακής αορτής σε ασθενείς καπνιστές άνω των 55 ετών καθώς και σε ασθενείς με συγγενή α’ βαθμού με την ίδια πάθηση.
Συμπτώματα ανευρύσματος κοιλιακής αορτής
Όταν τα ανευρύσματα κοιλιακής αορτής έχουν μικρό μέγεθος σπάνια συνοδεύονται από συμπτώματα, καθώς όμως μεγαλώνουν μπορεί να προκαλέσουν πόνο στην κοιλιά, το στήθος, την πλάτη ή τη βουβωνική χώρα.
Επειδή ανάλογο πόνο μπορεί να προκαλέσουν κι άλλες παθήσεις, όπως τα πεπτικά έλκη και η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, η εμφάνισή του θα πρέπει να αξιολογείται πάντα από ιατρό.
Η οξύτητα του πόνου συνδέεται ευθέως με την επικινδυνότητα ρήξης του ανευρύσματος.
Συμπτώματα ανευρύσματος θωρακικής αορτής
Συνήθως, τα ανευρύσματα θωρακικής αορτής αναπτύσσονται με βραδείς ρυθμούς και σιωπηλά, δίχως να δίνουν συμπτώματα. Ενίοτε και καθώς μεγαλώνουν σε μέγεθος μπορεί να προκαλέσουν πόνο στην πλάτη και το στήθος, βήχα, βραχνάδα, δύσπνοια και δυσκολία στην κατάποση.
Όταν ο πόνος στην πλάτη και το στήθος είναι οξύς κι αιφνίδιος, αυτό μπορεί να είναι σημάδι ρήξης του ανευρύσματος κι απαιτεί άμεση χειρουργική αντιμετώπιση.
Που οφείλεται και ποια είναι τα αίτια;
Τα αίτια που προκαλούν ανεύρυσμα αορτής ποικίλουν ανάλογα και με τον τύπο του ανευρύσματος.
Τα ανευρύσματα κοιλιακής αορτής οφείλονται κυρίως στην, υψηλή αρτηριακή πίεση, η οποία μπορεί να προκαλέσει διάταση στα τοιχώματα της αορτής, και τη σκλήρυνση των αρτηριών (αθηροσκλήρωση), ως συνέπεια της υψηλής συγκέντρωσης λίπους πάνω στα τοιχώματα. Το κάπνισμα επίσης έχει συσχετιστεί άμεσα με την εμφάνιση ανευρυσμάτων στην θωρακική και κοιλιακή αορτή.
Επίσης, μπορεί να οφείλεται σε διάφορες παθήσεις των αιμοφόρων αγγείων (π.χ. διαχωρισμός αορτής), τον τραυματισμό της αορτής π.χ. λόγω αυτοκινητιστικού ατυχήματος, ή -σπανιότερα- σε κάποια λοίμωξη από βακτήρια ή μύκητες.
Τα ανευρύσματα θωρακικής αορτής συνήθως οφείλονται επίσης σε αθηροσκλήρωση, η οποία με τη σειρά της έχει ως παράγοντες κινδύνου την υπέρταση και την υψηλή χοληστερόλη.
Σπανιότερα, μπορεί να οφείλονται σε γενετικές παθήσεις, όπως το σύνδρομο Marfan και τα αγγειακά σύνδρομα Ehlers-Danlos, Loeys-Dietz και Turner.
Άλλες αιτίες περιλαμβάνουν φλεγμονές των αιμοφόρων αγγείων, η ύπαρξη δίπτυχης αορτικής βαλβίδας, ο τραυματισμός της αορτής και κάποια λοίμωξη.
Πέρα από τα όποια αίτια, υπάρχουν κι ορισμένοι παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης ανευρυσμάτων αορτής, όπως η ηλικία και το θετικό οικογενειακό ιστορικό.
Σε ποιες ηλικίες εμφανίζεται;
Η πιθανότητα εμφάνισης ανευρύσματος αορτής αυξάνεται με την πάροδο των ετών σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Γενικότερα, η εμφάνισή τους είναι πιο πιθανή μετά τα 65 έτη. Ασθενείς κάτω των 60 ετών εμφανίζουν επίσης ανευρύσματα είτε σε πολύ νεαρή ηλικία λόγω γενετικής πάθησης είτε στις ηλικίες 40 με 60 ετών λόγω έντονου καπνίσματος.
Υπάρχει θεραπεία για οριστική αντιμετώπιση;
Όσο πιο έγκαιρα εντοπιστεί ένα ανεύρυσμα αορτής τόσο αυξημένες είναι και οι πιθανότητες αποτελεσματικής αντιμετώπισής του. Αυτή εξαρτάται από το μέγεθος και το ρυθμό ανάπτυξης του ανευρύσματος, καθώς επίσης από τα συμπτώματα που προκαλεί και την εν γένει κατάσταση υγείας του ασθενούς.
Για τα ανευρύσματα που έχουν μικρό μέγεθος (διαμέτρου κάτω των 5 εκατοστών) και δεν αναπτύσσονται γοργά ούτε προκαλούν έντονα συμπτώματα, επιλέγεται η προσεκτική τακτική παρακολούθησή τους προκειμένου να ελέγχονται για τυχόν αλλαγές στη συμπεριφορά και την ανάπτυξή τους.
Σε αυτήν την περίπτωση ο ασθενής θα χρειαστεί να κάνει υπερηχογράφημα κοιλίας ή αξονική αγγειογραφία κάθε 6 ως 12 μήνες.
Παράλληλα, ενδέχεται να λαμβάνει ειδική φαρμακευτική αγωγή για την αντιμετώπιση των καταστάσεων που επιδεινώνουν το ανεύρυσμα (υπέρταση, υψηλή χοληστερόλη, αθηροσκλήρωση κ.λπ.). Το κάπνισμα επιβάλλεται να διακόπτεται άμεσα μετά την πρώτη διάγνωση.
Όταν ένα ανεύρυσμα είναι μεγάλο σε μέγεθος ή δίνει έντονα συμπτώματα ή αναπτύσσεται ταχύτατα, τότε επιλέγεται η χειρουργική αντιμετώπισή του, καθώς υπάρχει υψηλός κίνδυνος ρήξης.
Αυτή μπορεί να γίνει με δυο τρόπους: με ανοικτή χειρουργική ή ενδαγγειακή αποκατάσταση του ανευρύσματος.
Η ανοικτή αποκατάσταση αποτελεί τη συμβατική, παραδοσιακή μέθοδο που περιλαμβάνει το άνοιγμα τομής στο στέρνο ή πλάγια στο στήθος (για ανεύρυσμα θωρακικής αορτής), ή στην κοιλιά (για ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής), μέσω της οποίας γίνεται τοποθέτηση ειδικού κυλινδρικού μοσχεύματος που επιτρέπει την ομαλή λειτουργία της αρτηρίας.
Η ενδαγγειακή αποκατάσταση, που αποτελεί τον πιο συχνό τρόπο αντιμετώπισης, είναι μια ελάχιστα επεμβατική διαδικασία που δεν περιλαμβάνει μεγάλες τομές. Ο χειρουργός εισάγει από μια μικρή οπή στη μηριαία αρτηρία ειδικά ενδαγγειακά σύρματα, τα οποία υπό ακτινολογική καθοδήγηση φτάνουν στο σημείο του προβλήματος και τοποθετούν ειδικές μεταλλικές ενδοπροθέσεις (stent) για να αποκατασταθεί η φυσιολογική λειτουργία της αορτής.
Ο θεράπων αγγειοχειρουργός αποφασίζει με βάση τα ανατομικά χαρακτηριστικά του ανευρύσματος και την κλινική κατάσταση του ασθενούς για το ποιο είδος θεραπείας είναι κατάλληλο για τον κάθε ασθενή.




